Παιδικό Στέκι

ΠΑΙΔΕΙΑ ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΑΥΤΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΔΟΜΗΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΣΤΕΚΙΟΥ ΚΑΙ ΑΥΤΟΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΕΙΛΗΜΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΩΝ

Το παιδικό στέκι και η δομή αυτομόρφωσης της κοινότητας των κατειλημμένων Προσφυγικών είναι μία από τις πολλές αυτόνομες δομές της κοινότητας, η οποία επαναλειτουργεί εδώ και σχεδόν δύο χρόνια στο πέμπτο μπλοκ στη γειτονιά των Προσφυγικών. Συγκροτήθηκε από άτομα αλληλέγγυα στην κοινότητα, με βάση την κοινή μας αντίληψη για την αυτοοργάνωση και τη σημασία της από κοινού δημιουργίας δομών που ανταποκρίνονται άμεσα στις υλικές και ψυχολογικές μας ανάγκες. Η ανάγκη επαναλειτουργίας της δομής, βρήκε αμέσως πρόσφορο έδαφος και βάση να εδραιωθεί μιας και υπήρχαν ο χώρος καθώς και η πρώτη καταγραφή των αναγκών της κοινότητας από την προηγούμενη λειτουργία της δομής. Η προηγούμενη ομάδα της δομής είχε ήδη καταγράψει τους πρώτους άξονες πάνω στους οποίους είχε βασίσει τη δραστηριότητά της και πάνω στους οποίους ξεκινήσαμε να δουλεύουμε. Το παιδικό στέκι είναι ένας ζωντανός χώρος με δημιουργικό και ηθοπλαστικό χαρακτήρα. Είναι ο χώρος όπου τα παιδιά συναντιούνται για να παίξουν, να κοινωνικοποιηθούν και να μοιραστούν θετικές και αρνητικές σκέψεις και γεγονότα, προκειμένου να βρούμε από κοινού μηχανισμούς και εργαλεία για να διαχειριστούμε και να αντιληφθούμε αυτό που συμβαίνει γύρω μας και αυτό που θα θέλαμε να συμβεί. Τα παιδιά της δομής είναι παιδιά μεταναστών από διαφορετικά μέρη, επομένως κάθε νεαρό άτομο συνοδεύεται από το δικό του πολιτισμικό ιδίωμα και βίωμα. Κύριο μέλημά μας, λοιπόν, είναι το πώς συνυπάρχουμε και συνδιαμορφώνουμε με δεδομένη αυτή τη δυναμική, με στόχο να καλλιεργήσουμε την κοινή μας στάση και λογική, ώστε να οργανωθούμε και να πάρουμε τους εαυτούς μας στα χέρια μας. Το γιατί αγωνιζόμαστε και το ποιοι και ποιες επιλέγουμε να είμαστε αντανακλάται άμεσα στα νεότερα μέλη της κοινότητάς μας και γι’ αυτό χρησιμοποιούμε τις δομές μας για να μοιραζόμαστε ιδέες και να διαμορφώνουμε από κοινού τη δική μας κουλτούρα.Τους τελευταίους μήνες, το παιδικό στέκι διεύρυνε την ατζέντα του, γιατί το προηγούμενο χρόνο λόγω της νέας υγειονομικής συνθήκης είχε επικεντρωθεί στην υποστήριξη των παιδιών όσον αφορά την κατάσταση που βίωναν, ίσως πιο έντονα από άλλα άτομα, καθώς ήταν αποκλεισμένα ακόμη και από την ελάχιστη τηλεπαροχή. Κατά συνέπεια, ο παραγωγικός μας χρόνος κατανεμόταν σε περισσότερες ώρες δημιουργικής απασχόλησης και συμπληρωματικών μαθημάτων για τα παιδιά. Φτάνοντας στο σήμερα, μας δημιουργείται η ανάγκη επικοινωνίας και ανταλλαγής θεωρητικών και πρακτικών εμπειριών και γι’ αυτό σας καλούμε σε αυτή την εκδήλωση.

Με αυτή την εκδήλωση αποσκοπούμε στην επικοινωνία με εγχειρήματα και ανθρώπους που ήδη ασχολούνται ή ενδιαφέρονται για την εφαρμογή, εξάπλωση και ενδυνάμωση των ριζοσπαστικών εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών ιδεών και εργαλείων. Θα θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα πρόσφορο έδαφος για την ανταλλαγή εμπειριών με στόχο τη διεύρυνση και την ενδυνάμωση των εγχειρημάτων μας, στη βάση των αναγκών μας, καθώς και να συνδιαμορφώσουμε μελλοντικά σχέδια (εγχειρήματα, αντίληψη και δράσεις) με κοινά θεμέλια. Κατ’ αυτό τον τρόπο, να διαμορφώσουμε από κοινού το ρόλο που θέλουμε να έχει η εκπαίδευση στα ριζοσπαστικά κινήματα, στους χώρους αγώνα και τα απελευθερωμένα εδάφη.

Στόχος μας είναι επίσης η ενδυνάμωση των ενδοκοινοτικών σχέσεων και η ενεργός συμμετοχή της κοινότητας στο εγχείρημα. Θεωρούμε ότι η εκπαιδευτική διαδικασία και η αυτομόρφωση των νέων και όχι μόνο μελών της κοινότητας αφορά όλους τους ανθρώπους που τη συγκροτούν, μιας και αντανακλά τις αξίες που εμείς επιλέγουμε ως πολιτισμό μας και τη διαδικασία επιπολιτισμού μας σε αυτές. Θέλουμε να μοιραστούμε τους λόγους που συγκροτούμε παιδική δομή εντός μιας κοινότητας, καθώς θεωρούμε τις κοινότητες τον αποτελεσματικότερο τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι μπορούν να χτίσουν μια βιώσιμη κοινωνική ζωή είτε αντανακλαστικά στο υπάρχον σύστημα είτε κατασκευάζοντας τις δικές του δομές από το μηδέν.

Το παιδικό στέκι προέκυψε ως ανάγκη της δικής μας κοινότητας , είναι δημιουργημένο από τις ανάγκες των παιδιών για τα ίδια τα παιδιά και λειτουργεί ως διαγνωστικό εργαλείο των παθογενειών των δυναμικών σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των μερών της κοινότητας και αντανακλώνται στα νεότερα μέλη της. Αυτές τις παθογένειες προσπαθούμε να τις προσεγγίσουμε με δημιουργικό τρόπο καθώς και να τις εξομαλύνουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ως προς τα οφέλη και τα ζητούμενα της κοινότητας. Στην κοινότητα, όπως το αντιλαμβανόμαστε, η ευθύνη των παιδιών μοιράζεται σε όλα τα μέλη, οπότε πολύ συχνά το παιδικό στέκι έχει το ρόλο του συντονιστή των ευθυνών και της διαδικασίας αυτής, δηλαδή την παρατήρηση καταστάσεων που προκύπτουν , πειραματική παρέμβαση, όπου χρειάζεται, και τέλος την εδραίωση αποτελεσματικών αναλυτικών εργαλείων. Αυτά τα εργαλεία αφενός ενισχύουν την κοινή μας συνεννόηση και αντίληψη για το ποιες συμπεριφορές ενθαρρύνουμε και ποιες αποθαρρύνουμε ως κοινότητα και αφετέρου δομεί ένα συμφωνημένο από κοινού πλαίσιο δράσης και αυτοοργάνωσης.

Όπως είπαμε παραπάνω, η δομή δημιουργήθηκε και επαναλειτουργεί στη βάση των αναγκών μας, χωρίς την πρόθεση επιβολής ή υπόδειξης συγκεκριμένου θεωρητικού μοντέλου. Συνεπώς, έπειτα από δύο χρόνια παρατήρησης, άμεσης πράξης και αναστοχασμού πάνω σε αυτή, προκύπτει η παιδαγωγική μας προσέγγιση, η οποία σε πρώτο χρόνο είναι παιδοκεντρική. Αυτό σημαίνει ότι η διαπαιδαγώγηση διαδραματίζεται μέσω της σύναψης γνήσιων σχέσεων, βάσει της πεποίθησης ότι τα άτομα εξελίσσονται σε πρόσωπα μόνο μέσω των διαπροσωπικών σχέσεων, οι οποίες βοηθούν στην καλύτερη κατανόηση του εαυτού και του κόσμου. Για παράδειγμα τα παιδιά για εμάς είναι σημαντικά οπότε τους φερόμαστε κατά αυτό τον τρόπο. Ρωτάμε τη γνώμη τους για θέματα της κοινότητας καθώς και ιδέες για τα προβλήματα της καθημερινότητάς μας. Κατά αυτό τον τρόπο:

1. Σχετικοποιούνται επί του πρακτέου οι δυναμικές ιεραρχίες όπως η δυναμική δασκάλου μαθητή. Έτσι βρισκόμαστε πιο κοντά σε μια κατάσταση συνύπαρξης και συνδιαμόρφωσης.

2. Τα παιδιά νιώθουν δημιουργικά και πως μπορούν να επέμβουν παραγωγικά σε όποια κατάσταση δεν τα ευχαριστεί.

Τα παραπάνω χαρακτηριστικά συμβάλουν στην ανάπτυξη της θετικής αυτοεικόνας των παιδιών και ενισχύουν την αυτοαντίληψή τους. Η έμφαση στην αυτοεικόνα και την αυτοαντίληψη είναι αντανακλαστική από μεριάς μας. Αυτό συμβαίνει γιατί προσπαθούμε να κατανοήσουμε την ηλικιακή και πολιτισμική ανομοιογένεια που έχουν τα παιδιά μεταξύ τους, καθώς και να αντιπαραθέσουμε θετικές εικόνες στα έντονα προσωπικά βιώματα που φέρει το καθένα από αυτά.

Έπειτα επεκτεινόμαστε στην κοινωνιο-κεντρική διάσταση των διαδικασιών μας, η οποία εκτυλίσσεται σε δυο επίπεδα, πρώτον οι σχέσεις που δημιουργεί το παιδί με την κοινότητα και δεύτερον οι σχέσεις που συνάπτει το παιδί ευρύτερα στον αστικό ιστό, δηλαδή στην κοινωνία, έχοντας σαν πρωταρχικό σημείο αναφοράς την κοινότητα. Το κύριο ζητούμενο μας είναι τα παιδιά να μπορούν να χτίζουν γύρω τους σχέσεις ισότιμες και συλλογικές σε οποιαδήποτε ομάδα και αν μετέχουν, καθώς και να αποκτήσουν-εξασκήσουν την ιδιότητα της αυτορρύθμισης, με στόχο την αυτοοργάνωση. Τέλος, ζητούμενο είναι να μάθουν να διαχειρίζονται τις πολλαπλές τους ταυτότητες και τις κοινωνικοπολιτικές εναλλαγές από τις οποίες προκύπτουν. Ως παράδειγμα, να είναι αντιληπτό πότε το παιδί έρχεται στο παιδικό στέκι στο πλαίσιο των συμπληρωματικών μαθημάτων για το σχολείο, πότε έρχεται για να κοινωνικοποιηθεί και να παίξει με τα υπόλοιπα και πότε για να καλλιεργήσει το συλλογικό του πνεύμα ως μέλος της κοινότητας (π.χ. απολογιστική της πορείας της γειτονιάς των προσφυγικών ενάντια στην ανάπλαση από την παιδική συνέλευση του παιδικού στεκιού)

Στο παιδικό στέκι δουλεύουμε με τις εξής ταυτότητες: πρώτη και κυρία του μετανάστη, η οποία συνεπάγεται συχνή και βίαιη αλλαγή περιβάλλοντος και status quo. Δεύτερη, του μέλους της κοινότητας, που συνήθως συνεπάγεται πως το άτομο από την πολύ νεαρή του ηλικία εξασκείται στην πολυφωνία. Συνεπώς όλες οι γνώμες έχουν βαρύτητα και ποσοστό αλήθειας, σε αντιδιαστολή με το παράδειγμα της πυρηνικής οικογένειας, όπου εκεί το παιδί προσδιορίζεται κυρίως από τους γονείς ή και τους στενούς κηδεμόνες. Τρίτη, του μέλους της κοινωνίας, που σημαίνει ότι τα παιδιά συμμετέχουν και κοινωνικοποιούνται εντός δημοσίων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ζώντας όμως στην πραγματικότητα στις παρυφές αυτής της κοινωνίας, καθώς δεν απολαμβάνουν ίσες παροχές με τα υπόλοιπα μέλη της, πολλές φορές και καμία.

Όλες αυτές οι ταυτότητες και άλλες πολλές δρουν παράλληλα και συχνά αλληλοκαλύπτονται. Τα παιδιά αμφιταλαντεύονται μεταξύ των πολλαπλών τους ταυτοτήτων και συχνά συγκρούονται με αυτές. Σίγουρα όμως η καθεμία ξεχωριστά διαφέρει ανά περίπτωση ατόμου, μιας και το κάθε άτομο συνοδεύεται από την προσωπική του πορεία, άρα και οι συγκρούσεις που μπορεί να βιώνει κάθε παιδί μπορούν να δημιουργήσουν αμέτρητους συνδυασμούς όταν θα τεθούν στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασής τους με άλλα άτομα.

Ένα πρώτο παράδειγμα διαφοροποίησης μιας ταυτότητας ανά περίπτωση, είναι το γεγονός ότι ένα μεταναστό μπορεί να είναι ταξικά καταπιεσμένο ή και όχι. Μπορεί στην ίδια οικογένεια τα μισά παιδιά να γεννήθηκαν σε μια χώρα και τα άλλα μισά σε μια άλλη. Κάποια μπορεί να μη γεννήθηκαν και πουθενά- στα μάτια του κράτους- μιας και δε συνοδεύονται από καμία ληξιαρχική πράξη ή ιθαγένεια. Ένα άλλο παράδειγμα, είναι η συμπεριφορά του ατόμου ως μέλος της κοινότητας, καθώς πολλές φορές διαφέρει ο λόγος που το κάθε άτομο βρίσκεται σε αυτή, μιας και διαφοροποιούνται τα κίνητρα και οι ανάγκες. Κάποιος μπορεί να είναι από επιλογή ή έλλειψη επιλογής, από πολιτική στάση, προσωρινά ή μακροπρόθεσμα. Αυτό αντανακλάται στα παιδιά τα οποία δρουν και κοινωνικοποιούνται αντίστοιχα, φέροντας τη στάση που προσλαμβάνουν από την οικογένεια τους απέναντι στο εγχείρημα.

Κατά αυτό το τρόπο διαφοροποιείται και η ταυτότητα που φέρουν τα παιδιά ως μέλη της κοινωνίας, κυρίως όσον αφορά την μαθητική τους ταυτότητα, αν αυτή υπάρχει. Εκτός από τα παιδιά που δεν έχουν πρόσβαση σε ένα δημόσιο σχολείο, άρα κοινωνικοποιούνται κατ’ αποκλειστικότητα στα πλαίσια της οικογένειας και της κοινότητας, υπάρχουν κι εκείνα που δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις του σχολείου, όπως στη χρήση και κατανόηση της γλώσσας, στην ταχύτητα εκμάθησης ή λόγω σοβαρών εμποδίων στην κοινωνικοποίησή τους. Υπάρχουν τέλος κι εκείνα που ανταπεξέρχονται στις σχολικές απαιτήσεις, λιγότερο ή περισσότερο, παρακινούμενα από προσωπικά ή/και οικογενειακά κίνητρα.

Θεωρούμε την ταυτοτική σύγχυση και σύγκρουση αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης πραγματικότητας. Συνεπώς, στεκόμαστε κριτικά απέναντι στην προέλευσή της, την οποία εντοπίζουμε στην κοινωνική αλλοτρίωση. Στόχος είναι να προάγουμε την ταυτοτική πολυμορφία ως συνθήκη που κρατάει ζωντανή τη συνθετική διαδικασία, βασικό ζητούμενο της αυτοοργάνωσης. Παρόλα αυτά επιμένουμε να καταδεικνύουμε αυτή τη σύγχυση που το σύστημα μας επιβάλλει με τα δικά του κριτήρια και σκοπιμότητες, εφόσον μας αποσυνδέει από τα πρωταρχικά μας ζητούμενα, τα οποία είναι η πνευματική και σωματική μας ελευθερία, η συλλογικοποίηση, η δημιουργικότητα, η σύναψη ειλικρινών σχέσεων με τον εαυτό και τους γύρω μας.

Πώς διαχειριζόμαστε λοιπόν την αλλοτρίωση στα παιδαγωγικά εγχειρήματα και στα σχήματα αυτομόρφωσης που εμπλεκόμαστε; Η δική μας θεώρηση είναι ότι κοιτάμε κατάματα τη σύγχυση και προσπαθούμε να δημιουργούμε θετικά αντιπαραδείγματα για όλα τα κεφάλαια στα οποία είμαστε αλλοτριωμένοι εντός του συστήματος αυτού. Χτίζουμε στις δικές μας ταχύτητες τις δικές μας αξίες, μέσω των οποίων ανασυγκροτούμε την κοινωνική μας ζωή με δικούς μας όρους. Τα θετικά αντιπαραδείγματα είναι εργαλεία στα χέρια των παιδιών και λοιπών μελών της κοινότητας, που επαληθεύουν πως το να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες των ζωών μας είναι εφικτό και είναι μία πράξη με αντίκτυπο εκτός του εαυτού μας. Στη σύγχυση και την αλλοτρίωσή μας αντιπροτείνουμε φροντίδα και σύνθεση. Φροντίδα ως προς τον εαυτό μας, επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση με το περιβάλλον μας, το φύλο, τις επιθυμίες μας, τη φύση και οποιαδήποτε άλλη άμεση σχέση υπάρχει στη ζωή μας. Ταυτόχρονα, φροντίδα ως προς το άλλο, ανθρώπινο ή μη, δίνοντας χώρο στη συνάντηση και προσβλέποντας στη σύνθεση του εαυτού με το άλλο. Τέλος, η σύνθεση αυτών των δύο διαδικασιών εδραιώνει συμπαγείς σχέσεις του ατόμου με τις ιδέες και τις ύλες που το περιβάλλουν.

Σε αυτή την κατεύθυνση, το βασικό εργαλείο που χρησιμοποιούμε είναι η αυτορρύθμιση, με άμεσο στόχο την αυτοοργάνωση με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Ο λόγος που επιλέγουμε να κεντροβαρίσουμε στην αυτορρύθμιση κάθε παιδιού ξεχωριστά είναι για να ενισχύσουμε τις ψυχικές δομές και τα αναλυτικά εργαλεία τους, ώστε να μπορούν μόνα τους να εντοπίζουν και να καταδεικνύουν τις αλλοτριωμένες ταυτότητές τους όπως και των γύρω τους. Αποκτούν έτσι άμεση σύνδεση με τις επιλογές και τις πράξεις τους, συνεπώς μπορούν να εμπλακούν σε μία διαδικασία αυτοοργάνωσης πιο συνειδητά και από μικρότερη ηλικία και να αντιληφθούν μέσω της πράξης τι σημαίνει μία αυτοοργανωμένη κοινότητα, ποιος ο ρόλος μας μέσα σε αυτή, πώς διεκδικούμε το χώρο μας υλικά και πνευματικά, απαλλαγμένοι από την αστικού τύπου ιδιοκτησία και ιδιωτικότητα. Η χρήση της αυτορρύθμισης ως παιδαγωγικό εργαλείο της κοινότητας, συντελεί μια απλουστευμένη ερμηνεία των εργαλείων της κριτικής και αυτοκριτικής για τις ανάγκες των παιδιών, τα οποία εργαλεία συμπυκνώνουν την κατανόησή μας επί της κοινής μας ζωής.

Θεωρούμε πως το να χτίζουμε τέτοια εγχειρήματα είναι εφικτό, παρόλο που αναπόφευκτα αντανακλούν στοιχεία διαχείρισης των τεράστιων κοινωνικών ανασχηματισμών που βιώνουμε. Ωστόσο, οι δομές μας δεν αρχίζουν και τελειώνουν στην αντανακλαστική τους δράση. Επιδιώκουμε να δουλεύουμε καθημερινά πάνω σε αυτές με στόχο και πρόγραμμα. Στόχος μας είναι να μοιραστούμε με τα παιδιά, μέσω του παιδαγωγικού μας εγχειρήματος, το μοντέλο ζωής που θεωρούμε βιώσιμο και να τα εμπιστευτούμε ότι θα χρησιμοποιήσουν αυτά τα εργαλεία για να συλλογικοποιηθούν και να χτίσουν τις ζωές τους διατηρώντας την ψυχική και σωματική τους ελευθερία σε συνάρτηση με τις ελευθερίες του περιβάλλοντος, κοινωνικού και φυσικού. Από την άλλη, στόχος μας δεν είναι να δημιουργούμε συμπληρωματικές δομές στο υπάρχον σύστημα, τρέχοντας πίσω από τα ελλείματά του, αλλά να δομήσουμε και να αναπαράγουμε το δικό μας σύστημα αξιών, κοιτώντας προς τη δυνατότητα σφαιρικής κάλυψης όλων των παιδαγωγικών αναγκών εντός της κοινότητας, με γνώμονα την καλλιέργεια της προσωπικότητας και του ταλέντου κάθε παιδιού.Στο πρόγραμμά μας είναι η διαρκής ανατροφοδότηση των δομών μας με τη βεβαιότητα κάθε στιγμή πως βρισκόμαστε σε κοινή ταχύτητα με τους μικρούς και μεγάλους ανθρώπους μας, τόσο με εκείνους που εμπλέκονται άμεσα στο δικό μας εγχείρημα, όσο και με εκείνους που μοιραζόμαστε κοινές ιδέες και στόχους. Επιπλέον, να εμπλακούμε μαζί τους σε κοινούς αγώνες που θα ανοίξουν περισσότερους δρόμους ανταλλαγής εμπειριών και διαμόρφωσης νέων κοινών ιστοριών που ξεπερνούν τα πάσης φύσης σύνορα και τη θέση μας στο χάρτη.

PEDAGOGY TOWARDS A LIBERATED SOCIETY

SELF-PRESENTATION OF CHILDREN’S HOUSE AND SELF-EDUCATION STRUCTURE OF THE COMMUNITY OF SQUATTED PROSFYGIKA

The children’s house and self-education structure of the community of squatted Prosfigika is one of the many autonomous structures of the community, which has been reopened for almost two years in the fifth block in the neighbourhood of Prosfigika. It was put together by individuals in solidarity with the community, based on our common understanding of self-organization and the importance of establishing together structures that respond directly to our material and psychological needs. The necessity of reopening the structure, immediately found fertile ground and basis to consolidate the space as well as the first record of the community’s needs that existed from the previous operation of the structure. The previous group of the structure had already recorded the first axes on which it had established its activity and on which we started to work. The children’s structure is a living space with a creative and ethoplastic character. It is the place where children meet to play, socialize and share positive and negative thoughts and events, in order to find together mechanisms and tools to manage and perceive what is happening around us and what we would like to happen. The children in the structure are children of migrants from different places, therefore each young person is accompanied by their own cultural idiom and experience. Our main concern, therefore, is how we co-exist and coconfigure given this dynamic, with the aim of cultivating our common attitude and mindset, in order to organize ourselves and take ourselves into our own hands. Why we struggle and who and what we choose to be is directly reflected in the younger members of our community and that is why we use our structures to share ideas and shape our own culture together.Within the last months, the children’s structure has broadened its agenda, because in the previous year due to the new health treaty it had focused on supporting children in terms of the situation they were experiencing, perhaps more intensely than other people, as they were excluded from even the minimal tele-provision. Consequently, our productive time was spread over more hours of creative activities and additional lessons for the children. Coming to the present day, there is a need to communicate and exchange theoretical and practical experience, and therefore we invite you to this event.

With this event, we aim to communicate with projects and people who are already involved or interested in implementation, spread, and empowerment of radical educational and pedagogical ideas and tools. We would like to create a fertile ground for the exchange of experiences, aiming to expand and strengthen our projects, based on our needs, as well as to co-configure future projects (as well as perceptions, and actions) with mutual foundations. Therefore, to develop together the role we want education to have in radical movements, on the grounds of struggle and liberated territories.

Our goal is also to strengthen intra-community relations and the active participation of the community in the project. We suppose that the educational process and the self-education of young, and not only, community members concerns all people who constitute it, since it reflects the values we choose as our culture and our process of acculturation in them. We want to share the reasons we set up a children structure within a community, as we consider the communities the more efficient way in which people can build a sustainable social life either reflexively to the existing system or by constructing its own structures from scratch.

The children’s structure arose as a necessity of our community, it is created by the needs of children for the children themselves and functions as a diagnostic tool of the pathogenesis of potential relationships that develop between the parts of the community and are reflected upon its younger members. These pathogens we try to approach them creatively as well as to smooth them out in the best way possible, in terms of benefits and community matters.In the community, as we understand, the responsibility of children is shared by all members, so very often the children’s structure has the function and responsibility to coordinate this process, ie observation of emerging situations, experimental intervention, where needed, and finally the consolidation of effective analytic tools. These tools on the one hand strengthen our common understanding and perception of which behaviors we encourage and which we discourage as a community and on the other hand build one jointly agreed framework for action and self-organization.

As we said above, the structure was created and re-operated, based on our needs, without the intention of imposing or suggesting a specific theoretical model. Therefore, after two years of observation, direct practice, and reflection on it, our pedagogical approach emerges, which in the first place is child-centered. This means that pedagogy takes place through the establishment of genuine relationships, based on the belief that individuals develop into persons only through interpersonal relationships, which help them to understand themselves and the world better. For example, children are important to us, so we treat them in this way. We ask for their opinion on community issues as well as ideas about problems in our everyday life.

In this way:

1. In practice are being relativized, dynamic hierarchies such as the teacher-student dynamics. This brings us closer to a state of coexistence and co-construction.

2. Children feel creative and that they can intervene productively in any situation that does not please them.

The above characteristics contribute to the development of children’s positive self-image and strengthen their self-esteem. Εmphasis on self-image and self-perception is reflexive on our part. This is because we are trying to understand the age and cultural heterogeneity among children, as well as to oppose positive images to the intense personal experiences that each of them carries.

We then expand on the socio-centric dimension of our procedures, which unfolds on two levels, firstly the relationships that the child creates with the community and secondly the relationships that the child establishes in the wider urban net, i.e. in the society, having the community as a primary reference point. Οur main concern is that children should be able to build around them equal and collective relationships in whatever group they are part of, as well as to acquire and exercise the attribute of self-regulation, with the goal of self-organization. Finally, the aim is to learn to manage their multiple identities and and the socio-political vicissitudes from which they emerge. As for example, to be aware of when the child comes to the children’s structure in the context of supplementary lessons for school, when they come to socialize and play with others and when to cultivate their collective spirit as a member of the community (e.g. debrief by the children assembly of the children’s structure of the demonstration of the Prosfigika against gentrification )

In the children’s house we work with the following identities: first and foremost that of the migrant, which implies frequent and violent change of environment and status quo. Second, that of the community member, which usually implies that the person from a very young age practices pluralism. All opinions, therefore, carry weight and percentage of truth, as opposed to the paradigm of nuclear family, where the child is mainly defined by by the parents and/or close guardians. Third, the member of the of society, which means that children participate and socialize within public educational institutions, but actually living on the fringes of this society, as they do not enjoy equal benefits with other members of society, many a time and sometimes not at all.

All these identities and many others act in parallel and often overlap. The children fluctuate between their multiple identities and often collide with them. Certainly, however, each one differs from person to person, as each individual is accompanied by their own personal journey, so the conflicts that each child may experience can create countless combinations when put in the context of their interaction with other individuals.

A first example of differentiating an identity by circumstance is the fact that a migrant may be class oppressed or not. It may be that in the same family half of the children were born in one country and half in another. Some might not have been born anywhere – in the eyes of the state – since they are not accompanied by birth certificate or citizenship. Another example, is the behavior of the person as a member of the community, as the reason for belonging to it varies in each individual since the motives and needs are differentiated. It can be by choice or lack of choice, a political stance, temporary or longterm. This is reflected upon the children who act and socialize accordingly, carrying the attitude they take on from their family towards the project.

In this way, the identity of the children as members of society is also differentiated, especially concerning their school identity, if it exists. Apart from children who do not have access to a public school, so they are socialized exclusively within the family and the community, there are also those who find it difficult to cope with school requirements, such as the use and understanding of language, speed of learning or because of serious obstacles to socialization. Finally, there are also those who cope more or less, motivated by personal and/or family motivation.

We consider identity confusion and conflict to be an integral part of modern reality. We, therefore, take a critical view of its origins, which we trace back to social alienation. The aim is to promote identitarian diversity as a condition that keeps the compositional process alive, an essential and fundamental objective of self-organization. Nevertheless, we insist on demonstrating this confusion that the system imposes on us with its own criteria and purposes, since it disconnects us from our primary concerns, which are our spiritual and physical freedom, our collectivization, creativity, and honest social relationships with ourselves and those around us.

So how do we handle alienation in pedagogical projects and in the self-education schemes in which we are involved? Our aspect is that we confront and we try to create positive counter-examples for all chapters in which we are alienated within that system. We build on our own speed our own values, through which we reconstruct our social life on our own terms. Positive counter-examples are tools in the hands of children and other members of the community, which verify that taking responsibility for our own lives is possible and is an act with an impact outside of ourselves. In our confusion and alienation, we propose care and synthesis. Care as for ourselves, redefining our relationship with the environment, our gender, our desires, nature, and any other direct relationship that exists in our lives. At the same time, caring for the other, human or non-human, giving space to encounter and looking forward to the synthesis of the self with the other. Finally, the synthesis of these two processes establishes solid relations of the individuals with the ideas and the materials that surround them.

In this direction, the main tool we use is self-regulation, with the immediate goal of selforganization with the best conditions possible. The reason we choose to focus on the self-regulation of each child individually is to strengthen their mental structures and analytical tools, so that they can identify and point out their alienated identities as well as those of the people around them. They thus acquire direct connection to their choices and actions, therefore they can engage in a process of selforganization more consciously and from an earlier age and become aware through action what a selforganized community means, what our role is in it, how we claim our space materially and mentally, free from bourgeois ownership and privacy. The use of self-regulation as a pedagogical tool of the community, contributes to a simplified interpretation of the tools of critique and and self-criticism for the needs of children, which tools encapsulate our understanding of our common life. We believe that building such projects is possible, although they inevitably reflect elements of management of the enormous social reconfigurations that we are experiencing. However, our structures do not begin and end in their reflexive action. We seek to work on them every day with aim and program. We aim to share with the children, through our pedagogical project, the model of life that we consider sustainable and to trust them to use these tools to collectivize and build lives while maintaining their mental and physical freedom in conjunction with the freedom of the environment, social and physical. On the other hand, our goal is not to create complementary structures to the existing system, running behind its insufficiencies but to structure and replicate our own value system, looking towards the possibility of holistic coverage of all pedagogical needs within the community, with a prospect to the cultivation of the personality and talent of each child.In our program is the constant feedback of our structures with the certainty at all times that we are at a common speed with our kids and grownups, both with those who are directly involved in our project, as well as those we share common ideas and goals with. Moreover, to engage together in common struggles that will open more paths of sharing experiences and shaping new common stories that transcend all kinds of borders and our place on the map.