ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΜΝΗΜΗ, ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ
Μέσα στις συνθήκες των κοινωνικών αγώνων που διαμορφώθηκαν κατά την περίοδο 2008- 2010, κάποιοι από τους καταληψίες που ζούσαμε στη γειτονιά των Προσφυγικών συνειδητοποιήσαμε ότι η συλλογικοποίηση ήταν επιτακτική· τόσο γιατί η αρχιτεκτονική του χώρου που ήταν εξ’ αρχής δομημένη για την κοινοτική ζωή μας το υπαγόρευε, όσο και γιατί ασφυκτιούσαμε από τις μικρομαφίες που λυμαίνονταν τους χώρους. Από τότε δόθηκαν αρκετές λύσεις με γνώμονα την αυτοοργάνωση αλλά και σε προβλήματα που είχαν να κάνουν άλλοτε με υπενοικιάσεις, άλλοτε με εργαστήρια και εμπορία ναρκωτικών ως και μαστροπεία ανηλίκων, από μια συνέλευση που προσανατολιζόταν στα ιδανικά της κοινοκτημοσύνης και αντιλαμβανότανε σαν μόνη αξία την αξίας χρήσης, ώσπου το 2012 γεννήθηκε η Συνέλευση των Κατειλημμένων Προσφυγικών (ΣΥ.ΚΑ.ΠΡΟ).
Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της γειτονιάς είναι κατειλημμένο και κατοικείται. Μέσα σε αυτά τα 10 χρόνια έχουμε καταφέρει να γεμίσουμε τη γειτονιά με ζωή, μεταμορφώνοντάς την στη μεγαλύτερη κοινότητα καταλήψεων (χωρικά και αριθμητικά) της Ελλάδας, με 400/500 μόνιμους κατοίκους και αυτοοργανωμένες δομές (στέκι – χώρος συνελεύσεων, παιδικό στέκι, γυναικεία δομή, συναντήσεις με την πρωτοβουλία Ψ για ένα πολύμορφο κίνημα για τη ψυχική υγεία, κοινοτικό καφέ, παιδικό σινεμά, κοινοτική κουζίνα, κοινοτικοί φούρνοι, γυμναστήριο, κοινωνικό κέντρο, 2 σπίτια διεθνιστών, διανομή τροφίμων που προέρχονται από τις γειτονικές λαϊκές αγορές και κινήσεις αλληλεγγύης, κοινοτικό ίντερνετ, μηχάνημα για καθαρισμό των κεντρικών αγωγών της αποχέτευσης και μαθήματα γλώσσας).
Δεν βλέπουμε το εγχείρημα μας σαν μια νησίδα ελευθερίας κι’ ούτε έχουμε τέτοιες αυταπάτες. Είμαστε μέρος των ταξικών, κοινωνικών και διεθνιστικών αγώνων και βλέπουμε την αυτοδιαχείριση και την αυτοοργάνωση ως το μόνο δρόμο απέναντι στο κράτος και τον καπιταλισμό. Η γειτονιά των Προσφυγικών είναι μία έμπρακτη απάντηση στις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που έχει επιβάλει η κυριαρχία.
Στα Προσφυγικά ζούμε άνθρωποι από όλες τις καταπιεσμένες τάξεις: πρόσφυγες πολέμου, πολιτικοί πρόσφυγες από την Τουρκία και το Κουρδιστάν, μετανάστριες-ες, οικογένειες με παιδιά, γέροι, άρρωστοι, άστεγες, LGBTQI, πρώην τοξικοεξαρτημέν@, πολιτικοί ακτιβιστέςστριες, αναρχικές-οί, κομουνιστές-στριες, άτομα από κάθε εθνικότητα και θρησκεία, ένα πολιτισμικό μωσαϊκό των από τα κάτω.
Το οικόπεδο όπου χτίστηκαν τα προσφυγικά, έκτασης 14.500 τ.μ., είχε γίνει αντικείμενο διαμάχης ήδη από τη δεκαετία του 1920 όταν μετά τη μικρασιατική καταστροφή πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν φτιάχνοντας παραπήγματα. Οι φίλαθλοι του νεοσύστατου Παναθηναϊκού (η ομάδα μετρούσε περίπου 15 χρόνια) διεκδικούσαν το οικόπεδο για το οποίο είχαν ήδη δώσει λεφτά στο ελληνικό κράτος. Δόθηκαν μάχες μεταξύ των προσφύγων και των φιλάθλων και τελικά το κράτος μεσολάβησε και παραχώρησε το απέναντι ακριβώς οικόπεδο για να φτιαχτεί το γήπεδο και στο συγκεκριμένο το 1933- 1936 έφτιαξε ένα συγκρότημα 228 διαμερισμάτων των 50τ.μ. τα οποία αγόρασαν με ευνοϊκούς όρους οι πρόσφυγες, κυρίως από τον καταυλισμό των Τουρκοβουνίων.
Μέσα στο πέρασμα των χρόνων το κράτος απείλησε πολλές φορές ότι θα ισοπεδώσει την ιστορική γειτονιά. Η χούντα ήταν η πρώτη που εξέδωσε υπουργική απόφαση σύμφωνα με την οποία οι 4 πρώτες σειρές κατοικιών θα κατεδαφίζονταν για να χτιστεί το Δικαστικό Μέγαρο, σχέδιο που τελικά δεν προχώρησε. Οι φήμες για ισοπέδωση των κατοικιών και εκσυγχρονισμού της περιοχής συνεχίστηκαν μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Το 1994 η (ΔΕΠΟΣ) Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομίας και Στέγασης πρότεινε την ανακαίνιση 2 πολυκατοικιών ως πιλοτικό πρόγραμμα κι έπειτα να συνεχίσουν με τις υπόλοιπες, σχέδιο που δεν έγινε. Τελικά στα τέλη της δεκαετίας του 1990, βγήκε η απόφαση για κατεδάφιση της ιστορικής γειτονιάς προκειμένου να γίνει mall και υπόγειο γκαράζ και να ενοποιηθεί με το γήπεδο του Παναθηναϊκού.
Έτσι, παρουσιάστηκε η (ΚΕΔ) Κτηματική Εταιρεία Δημοσίου και πρόσφερε ένα χρηματικό ποσό που αντιστοιχούσε σε 25.000ευρώ, προκειμένου να φύγουν οι κάτοικοι, οι οποίοι αν αρνούνταν θα έχαναν τα σπίτια τους, καθώς το κράτος θα προχωρούσε σε αναγκαστική απαλλοτρίωση. Οι κάτοικοι αρνήθηκαν αρχικά και το ποσό ανέβηκε στις 50.000 ευρώ, ενώ η αντικειμενική αξία ήταν 75.000ευρώ. Μέχρι και το 2003 το κράτος κατάφερε κάτω από ασφυκτική πίεση να εκδιώξει τους περισσότερους κατοίκους ασκώντας όλη τη νόμιμη τρομοκρατία που του επιτρέπεται από καταβολής ιδρύσεώς του και 177 διαμερίσματα πέρασαν στην ΚΕΔ. 51 κάτοικοι αρνήθηκαν να υποκύψουν στην τρομοκρατία και με την συμπαράσταση της Αρχιτεκτονικής Σχολής προσέφυγαν στο (ΣΤΕ) Συμβούλιο της Επικρατείας κι έπειτα από δύο δικαστικές αποφάσεις, το 2003 οι δύο μπροστινές σειρές χαρακτηρίστηκαν «νεότερο μνημείο» καθώς ανήκουν στο κίνημα Bauhaus και επίσης, φέρουν μέχρι σήμερα τα σημάδια από τα πυρά που δέχτηκαν οι αριστερές δυνάμεις κατά τα Δεκεμβριανά. (Άξιο απορίας βέβαια, πως ένα ολόκληρο κράτος αγνοούσε την ιστορικότητα των κτιρίων και ήθελε να προχωρήσει στην κατεδάφισή τους.)
Το 2009, χρονιά που χαρακτηρίστηκαν και οι υπόλοιπες 6 σειρές κατοικιών επίσης ως νεότερο μνημείο, το (ΤΕΕ) Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας ζητά ανταλλαγή ενός δικού του οικοπέδου (το σημερινό πάρκο Ναυαρίνου στα Εξάρχεια) με 4 από τις πολυκατοικίες των προσφυγικών προκειμένου να μετεγκατασταθούν τα κεντρικά γραφεία του Επιμελητηρίου και η βιβλιοθήκη του. Το σχέδιο δεν υλοποιήθηκε. Το 2014, 137 κατοικίες μεταβιβάστηκαν στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) και το 2016, τα 177 διαμερίσματα μεταβιβάζονται στην Περιφέρεια Αττικής. Το 2018 το Συμβούλιο της Επικρατείας επιτρέπει τη εκ νέου μεταβίβαση των 137 διαμερισμάτων στο ΤΑΙΠΕΔ και το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος υποστήριζε πως έχει την κυριότητα των ακινήτων. Την ίδια χρονιά ιδρύεται η ΑΝΑΠΛΑΣΗ Α.Ε. με πρόεδρο τον Μπελαβίλα και η κυβέρνηση Σύριζα ανακοίνωσε μια ευρωπαϊκού τύπου ανάπλαση των Προσφυγικών με περιτύλιγμα φιλανθρωπίας και μουσειακού εκθέματος. To 2019 παραχωρήθηκαν στην Περιφέρεια οι μελέτες που πραγματοποιήθηκαν με δωρεά ιδιώτη (Ελληνικά Πετρέλαια-ΕΛΠΕ) και τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση. Σήμερα κι ενώ το σύνολο όλων των κατοικιών έχει κριθεί διατηρητέο, τα νεότερα από την τωρινή κυβέρνηση είναι η υπογραφή μνημονίου το Δεκέμβριο του 2020 για τη διπλή ανάπλαση Βοτανικού και Λεωφόρου μεταξύ της ΑΕΠ Ελαιώνα (Alpha Bank & Τράπεζα Πειραιώς), του Δήμου Αθηναίων, της Περιφέρειας Αττικής και της ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΑΘΗΝΑΣ ΑΕ, με πρόεδρο ΔΣ τον Μπακογιάννη, με αδιευκρίνιστες προθέσεις για την ’’ανάπλαση’’ καθώς σκοντάφτουν πάνω σε νομοθετικά ρυμοτομικά προβλήματα και ασαφείς διατάξεις για τον τρόπο παρέμβασης πάνω σε ένα μνημείο. Έτσι εστιάζουν στο διαχρονικό project για το υπόγειο γκαράζ και την ανέγερση mall στο γήπεδο του Παναθηναϊκού.
Όπως είναι φανερό, από τις συνεχείς μεταβιβάσεις και τα μεγαλόπνοα σχέδια που κατά καιρούς ανακοινώνονται, τα Προσφυγικά έχουν γίνει μπαλάκι στις διάφορες κρατικές υπηρεσίες και φορείς και όλοι θέλουν να τα σώσουν από την παρακμή και τη φθορά όπως διατείνονται, ενώ η πραγματικότητα μάς δείχνει ξεκάθαρα, ότι το κράτος είναι ο κύριος και βασικός επίδοξος διαφθορέας της συλλογικής μνήμης των προσφυγικών, καθώς και ο μεσάζων για τους κάθε λογής επιχειρηματίες που βλέπουν το χώρο σαν αφάγωτο φιλέτο. Βάζοντας μπροστά, ως δούρειο ίππο, την ανάγκη στέγασης των συνοδών ασθενών του Αγίου Σάββα, την ανάγκη ύπαρξης μουσείου προσφύγων ή την ανάγκη στέγασης ευάλωτων ομάδων, παίζουν ξεδιάντροπά με τη νοημοσύνη μας. Η «Χριστιανική ένωση» που υπάγεται στη Μονή Πετράκη, είναι ιδιοκτήτρια του οικοπέδου και των κτιριακών εγκαταστάσεων του Αγ. Σάββα, και ο αφανής αλλά γενικός κουμανταδόρος του. Έχει ολόκληρα κτίσματα στην ευρύτερη περιοχή που θα μπορούσε πολύ λογικά να διαθέσει για τις ανάγκες τις φιλοξενίας των συνοδών ασθενών του Αγ. Σάββα, τα οποία βέβαια μισθώνει ή τα αφήνει εγκαταλελειμμένα μέχρι να τα εκμεταλλευτεί. Όσο για την ανάγκη μουσείου προσφύγων, ούτε ο πλέον καλόπιστος δεν πείθετε για τις πραγματικές τους προθέσεις.
Τα προσφυγικά είναι ένας ζωντανός οργανισμός και αναπόσπαστο κομμάτι του κινήματος, είναι η στέγη προσφύγων που επέζησαν από τους σύγχρονους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και τα φασιστικά καθεστώτα. Σαν κοινότητα προσφυγικών κατοικιών με συμμετοχή στους σύγχρονους κοινωνικούς αγώνες, μπορούν να χαρακτηριστούν σαν ένα ‘’ζωντανό μουσείο’’ χωρίς την έγκριση επίσημων φορέων. Οι δε μικρασιατικοί σύλλογοι, θα έπρεπε να αναρωτηθούν όντας απόγονοι προσφύγων οι ίδιοι, πόσοι πρόσφυγες κατοικούν αυτή τη στιγμή μέσα στα διαμερίσματα και αν η ανάγκη της στέγασης υπερέχει αυτής του μουσείου. Όσο για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες για τις οποίες κόπτεται το κράτος, να τους ενημερώσουμε ότι η πλειοψηφία των κατοίκων σήμερα ανήκει σε αυτές. Δεν πειθόμαστε με τις πολιτικές φιλανθρωπίας ούτε της τωρινής ούτε της προηγούμενης κυβέρνησης. Σε μια πρόχειρη αποδόμηση του κοινωνικού προφίλ της ανάπλασης αρκεί να δούμε την κατάργηση του προγράμματος εστία και τη συνολικότερη διαχείριση του ζητήματος της προσφυγιάς, την εγκατάλειψη και αχρηστία των φοιτητικών εστιών και την προδρομολογημένη πλήρη ιδιωτικοποίηση της υγείας και της παιδείας. Το κράτος είναι αυτό που δημιουργεί το πρόβλημα της στέγασης των ευπαθών κοινωνικών ομάδων και δε θα λύσει κανένα πρόβλημα με την ‘’επανάχρηση’’ των Προσφυγικών. Ας μη γελιόμαστε, η ‘’ανάπλαση’’ των Προσφυγικών είναι ακόμα ένα φαγοπότι με τα λεφτά του δημοσίου στο τραπέζι δημοτικών αρχόντων, εργολάβων, επιχειρηματιών και λοιπών εμπλεκόμενων φορέων. Παράλληλα το κράτος, με την περίπτωση των προσφυγικών, δείχνει ότι το ίδιο επιδιώκει να γίνει ρυθμιστής της συλλογικής μνήμης και ότι ο βασικός σκοπός δημαρχαίων και κυβερνητικών προϊσταμένων, πέραν του κέρδους, είναι και η αρπαγή της πολιτικής υπεραξίας που θα παράγει η φοβερή και τρομερή ανάπλαση των Προσφυγικών για να τραφούν τα mainstream και trendy αντανακλαστικά των σύγχρονων μητροπολιτάνων.
Είναι γνωστό το θάμπωμα που προκαλεί ο εκσυγχρονισμός στα κέντρα των μητροπόλεων: φουτουριστικά έργα τέχνης, Airbnb, πανάκριβα μαγαζιά, εστιατόρια και μπαρ, γραφεία πρωτοκλασάτων εταιρειών, αφιλόξενα πάρκα, «έξυπνα» events στους δρόμους του κέντρου για αργόσχολους, για παχιά πορτοφόλια και τουρίστες, παρακάμπτοντας φυσικά τη μεθοδευμένη υποβάθμιση, που προηγείται της αρπαγής του δημόσιου χώρου, της εκδίωξης και καταστολής των φυσικών κατοίκων και των κινημάτων αντίστασης. Το κέντρο μιας πόλης χωρίς κατοίκους μένει ανυπεράσπιστο στο έλεος των επιχειρηματιών των επισκεπτών – καταναλωτών και των τουριστών. Χωρίς τη φυσική σχέση των ανθρώπων με τους τόπους δεν υπάρχει καμία πιθανότητα υπεράσπισης τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η Βαρκελώνη και το Βερολίνο όπου οι κάτοικοι εκδιώχθηκαν στα προάστια και η όποια ζωή εντός του κέντρου, συνδέεται αποκλειστικά με το ωράριο της διασκέδασης και της κατανάλωσης.
Αν και στην προηγμένη Δύση ήδη από τη δεκαετία του 80’ η επίθεση του καπιταλισμού κλιμακώθηκε με τις ιδιωτικοποιήσεις των φυσικών πόρων, δημοσίων χώρων και κοινωνικών υπηρεσιών, στην Ελλάδα επιβλήθηκε τον καιρό των μνημονίων. Ορόσημο και θεμέλιο για την ανάπτυξη του σύγχρονου καπιταλισμού στην Ελλάδα υπήρξε η ολυμπιάδα του 2004, όπου σφυρηλάτησε τη συνείδηση του μέσου Έλληνα για να υποδεχτεί άνευ όρων την επίθεση του κεφαλαίου, σερβιρισμένη ως εκσυγχρονισμό.
Με μέσο την καταστολή των κινημάτων και την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, όχι μόνο σε τοπικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός επελαύνει και εγκαθιδρύεται. Στον αντίποδα, οι μάχες που δίνουν τα κατά τόπους κινήματα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, για τη διατήρηση της φυσικής κληρονομιάς και των δημοσίων χώρων ως τέτοιων, γεννάνε νέες δυναμικές και προοπτικές για την ανατροπή της κυριαρχίας.
Η καταστολή που δέχονται οι καταλήψεις είναι η επίθεση του κράτους στο πιο ριζοσπαστικό κομμάτι του ανταγωνιστικού κινήματος. Είναι επίθεση στα σπίτια του αγώνα, στους απελευθερωμένους χώρους, στην πρακτική της αυτοοργάνωσης, στα εκκολαπτήρια των νέων αγωνιστριών/ών. Είναι ένας μακροχρόνιος πόλεμος που η ένταση του αυξομειώνεται αναλόγως της δυναμικής και της ενότητας του κινήματος. Στις 23 Ιουλίου του 2020, χαράματα, συνεργείο με γεωτρητικά μηχανήματα της εταιρίας ‘’Ανάπλαση Αθήνας ΑΕ’’ τρύπωσε στη γειτονιά ώστε να πραγματοποιήσει έρευνες στο υπέδαφος και εκδιώχθηκε μόλις έγινε αντιληπτό από τον κόσμο της κοινότητας.
Χωρίς να φετιχοποιούμε συγκεκριμένες πρακτικές, φάρος μας είναι η μαχητική υπεράσπιση της κοινότητας κατά τη διάρκεια της δίκης της χρυσής αυγής, όταν φασίστες και αστυνομία έκαναν κοινή επιχείρηση εισβολής στις 31 Οκτωβρίου του 2016, επίσης το παράδειγμα των συντροφισσών και των συντρόφων από το Κοινότητα Καταλήψεων του Κουκακίου που υπερασπίστηκαν μαχητικά τις καταλήψεις τους, καθώς και οι απανταχού ανυπότακτοι ανά τον κόσμο.
Μπροστά στη μετωπική επίθεση του κράτους χρειάζεται να οργανωθούμε με κεντρικό σχεδιασμό και όχι να ακολουθούμε τα γεγονότα σε έκτακτες διαδικασίες. Είναι επιτακτική ανάγκη να συντονιστούμε όλα τα βαλλόμενα μέρη, αφήνοντας πίσω τις λογικές της επιλεκτικής αλληλεγγύης και των ομάδων συγγένειας, σε μια ανοιχτή διαδικασία που στόχο θα έχει την πολιτική και φυσική μας συνέχεια, την ανακατάληψη των απελευθερωμένων χώρων, την εδαφικοποίηση των αγώνων, την εισαγωγή νέου κόσμου στις διαδικασίες μας. Είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένας παναττικός συντονισμός με κοινή στρατηγική, με ισχυρούς δεσμούς αλληλεγγύης για τη διεκδίκηση των ελεύθερων και απελευθερωμένων χώρων και ενίσχυση των τοπικών αγώνων με τη φυσική μας παρουσία.
Έχουμε πάρει την απόφαση να μείνουμε, να πολεμήσουμε και να αντισταθούμε για τα σπίτια μας, για την κοινότητά μας, για έναν ακόμη απελευθερωμένο τόπο, και θα το κάνουμε μέχρι το τέλος.
HISTORY OF ΟUR NEIGHBORHOOD
The past and present of Prosfygika shows the struggle of the workers and the persecuted. Those who have never found solid ground to stand on, and those who never ceased to fight. One can hear the ringing of guerilla machine guns and the guerrilla riders that sound from home to house through bullet holes that punctured the walls during the December 1944 uprising. Nights are filled with the screams of the tormented political prisoners of Averoff Prison and the cry of the ruins of demolished buildings. We are suffocating today, with the new tyranny imposed on us and the threat of violence and barbarity expressed by the two symbolic monsters of sovereign power, the gangs of violence and repression that lay siege to us: GADA (Police Headquarter) and the Court of Appeals
In Prosfygika, Alexandras Ave., there are currently more than five hundred people from every manifestation of the oppressed class: Refugees, immigrants, families with their children, the elderly, the sick, formerly homeless, political fighters, addicts, those dependent to the ELPIS hospital, and people of every nationality or religion. It is a multinational mosaic of the communities of the world’s most rebellious and plundered of peoples. People who have experienced capitalist war, displacement and torture, poverty and misery, persecution and hunger.
Our narrative about the neighborhood of Prosfygika speaks to the struggle for survival and dignity, for solidarity and companionship, for self-organization, equality and social struggle, for interracial and inter-religious coexistence in times of poverty and social cannibalism. A social and cultural workshop of self-esteem and community that continues to remain with those who built it, immigrants, refugees and opponents of capitalist barbarism. It talks about the smiles of dozens of children playing in the streets of the neighborhood, collective kitchens and self-organized production and self-education structures, social and political actions, care for the sick and the weak, maintenance work, with meager means, a place that concentrates memories of struggles of the working class over the past eighty years.
Genius Prosfygika Loci
We are not alone here. Our struggle to keep #Prosfygika alive, livable and lively is the continuation of the struggle that lasts almost a century now. This is just a handful of pictures, showing how Prosfygika started and how the community lived through decades of extremely “interesting times”. We, here and now, just carry the torch. We fight the battles that are new and old at the same time. Our colors are more black than red or white-blue, but our enemies are the same: enemies of humanity, enemies of freedom, enemies of history.In brown uniforms, in riot gear or business suits, their aim is the same. And Prosfygika always stood in their way.
Coordinated effort of dedicated people saved Prosfygika from being bulldozed during Olympic Games frenzy. Here we see painted screens intended to hide “abomination” from the eyes of illustrious quests.
Olympic Games 2004 become the starting point of gigantic financial scam, currently known as “the Greek debt crisis”.
1920s’ style modernist blocks were built in the middle of arable land. Way before the brutalist neighbours flanked the district.
This is good architecture. well designed flats, suitable for Greek climate. Whatever survives from these years (at least infrastructure-wise) shows good quality and craftsmanship. No skimping.
Very soon, thanks to the commitment of the residents, Prosfygika became a living garden.
There is a bigger gap between blocks 2 and 3, apparently designed as a local plateia. Overall distance between blocks provides enough sunlight for everyone in the winter and enough shadow in the summertime.
Life in Prosfygika. The wall (bottom-center) was probably the Averof Prison. Prosfygika dwellers used to help the inmates (especially during the era of the fascist junta governments of Greece).
Averof Prison was an infamous central prison facility in Greece. See also The Six Executed from Dmbeni .
During the German occupation and later, the Civil War, Prosfygika was actual stronghold of antifascist resistance. Whole community was involved, sheltering the fighters, building secret passages between the flats.
Bullet holes in houses’ walls later protected the neighborhood from being sacrificed at the altar of greed and soullessness.
Note US Army Jeep(?) at the bottom-left picture. This is the time of (relative) peace.